DreamCity Radio
Ξεκίνησε σαν ροζ μπαλίτσα στα σωθικά της Ιταλίδας μητέρας του. Ήταν κούκλα, μέσα και έξω. Καστανά, μακριά σπαστά μαλλιά, δέρμα βελούδο και δυο σκούρα μάτια σαν φλόγες. Πώς να μην την ερωτευτεί αστραπιαία ο Αποστόλης; Μεγαλωμένος στο Λαύριο, παρακολουθούσε από παιδί καράβια να φεύγουν και να έρχονται. Στα 17 του μπήκε σε ένα από αυτά ως ναύτης. Με τα πολλά, στα 22 του έκανε το πρώτο του ταξίδι προς Ιταλία.
Σε ένα τέτοιο ταξίδι, στο λιμάνι της Ανκόνα, βρέθηκε μπροστά του. Εκείνος είχε άδεια δύο ώρες, εκείνη είχε δύο υλικά στη λίστα με τα ψώνια· ντομάτες και μοτσαρέλλα της είχε ζητήσει η μάνα της, για να φτιάξει την υπέροχη σπεσιαλιτέ της, αυτή την οποία έμαθε και η κόρη της να κάνει από μικρή. Στους έξι μήνες που ο νεαρός ναυτικός έκανε αυτό το ταξίδι, είχε μάθει ελάχιστα ιταλικά, μα δεν θα άφηνε μια ξένη γλώσσα να του στερήσει τον παράδεισο. Επέστρεψε προτού λήξει η άδεια, πήρε τον μπόγο, άφησε στο κρεβάτι του διπλωμένη τη στολή, κατέβηκε πάλι από τη γέφυρα και δεν ξαναμπήκε στο πλοίο. Τον περίμενε στον φάρο. Την έλεγαν Luna, όπως το φεγγάρι. Ίσως για αυτό και ο Αντόνιο κοιμάται τώρα κάτω από το φεγγάρι. Για να τον βλέπει η μάνα του…
Γεννήθηκε 25 Δεκεμβρίου πάνω στο σιδερένιο κρεβάτι όπου οι γονείς του είχαν «σπείρει» όλα τους τα όνειρα, ποτισμένα με μπόλικο έρωτα και πολλές δυσκολίες. Έξω το κρύο ήταν τσουχτερό, ενώ μέσα ο καθρέφτης και τα τζάμια του υπνοδωματίου έμοιαζαν λευκά από τους άφθονους υδρατμούς. Ο μικρός αρχικά έκανε τον δύσκολο και είχε προτάξει τα πόδια αντί του κεφαλιού. Ωστόσο, ένα ιδιαίτερο «μασάζ» στην κοιλιά της ετοιμόγεννης αποδείχθηκε σωτήριο αφού το μωρό γύρισε την τελευταία στιγμή. Ευτυχώς η Ιταλίδα γιαγιά είχε κάποια πείρα από γέννες. «Καλώς ήρθες, Αντώνη», ψιθύρισε ο Αποστόλης μόλις η αναψοκοκκινισμένη πεθερά του έβαλε το, επίσης ροδαλό, μωρό στα χέρια του. Τρία χρόνια αργότερα ο Αντώνης είχε γίνει Αντόνιο κι ο πατέρας του μακαρίτης, μόλις στα 27 του. Κοιτάζοντας τώρα την παγωμένη πανσέληνο, σκέφτηκε ότι είχε πια την ίδια ηλικία με εκείνον όταν «έφυγε» από τη λεπίδα ενός μεθυσμένου Σικελού. Μάλλον για αυτό αρνιόταν πεισματικά να ταξιδέψει στη Σικελία, όπως του πρότειναν πολλές φορές για δουλειά. Προτίμησε να φύγει εκτός Ιταλίας, ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή από τον πατέρα του.
Πλέον το χιόνι στο πεζοδρόμιο είχε παγώσει για τα καλά. Εκείνος, απελπιστικά κουκουλωμένος, προσπαθούσε να αφεθεί στον ύπνο, να βρει εκεί όσα έψαχνε και δεν είχε καταφέρει να ανακαλύψει ή να δημιουργήσει με τα μάτια ανοιχτά. «Sfortunato greco» τον έλεγαν οι πατριώτες της μάνας του κυρίως από όταν έχασε κι εκείνην, από πνευμονία. Και παρόλο που δεν τα κατάφερε κι άσχημα τα πρώτα χρόνια μόνος του, τελικά η «κακή τύχη» που του είχαν αποδώσει δεν έλεγε να τον αφήσει. Βρέθηκε στην πατρίδα του πατέρα του, με κάτι λιγότερο από το τίποτα να τον περιμένει.
Άκουσε τον πάγο να σπάει δίπλα στο κεφάλι του. Κάποιος είχε σταματήσει ακριβώς από πάνω του. Για καλό; Για κακό; Δεν είχε τη δύναμη να αναρωτηθεί. «Με ακούτε; Μπορείτε να σηκωθείτε; Ελάτε, σας παρακαλώ, θα πεθάνετε εδώ από το κρύο. Θα σας πάω κάπου ζεστά και με φαγητό». Θυμάται ακόμα τα φωτάκια του δέντρου που αντίκριζε τις επόμενες μέρες. Ήταν κίτρινα και κόκκινα. Σαν τα δύο πρώτα χρώματα που του έμαθε η μητέρα του. Σαν τα χρώματα που παίρνει το φεγγάρι…
Written by: DreamCity
Αριστέα Σταυροπούλου Ιταλίδα μητέρα Πανσέληνος Φεγγάρι
Playlist by Vasilis Arvanitis
12:00 - 18:00
18:00 - 22:00
Presented by George Tsekos
22:00 - 00:00
COPYRIGHT (C) 2024 DREAMCITY RADIO