DreamCity Radio
Το όνομα της Αγκάθα Κρίστι έχει ταυτιστεί με το αστυνομικό είδος της λογοτεχνίας. Η ίδια θεωρείται η μεγάλη κυρία του εγκλήματος. Χιλιάδες αναγνώστες -οι πωλήσεις των έργων της έχουν ξεπεράσει το ένα δισεκατομμύριο αντίτυπα στην αγγλική γλώσσα και άλλο ένα δισεκατομμύριο σε μεταφράσεις- έχουν μείνει ξάγρυπνοι όλη τη νύχτα, αναζητώντας τον δολοφόνο. Όμως πέρα από τα λογοτεχνικά της έργα, και η ίδια η ζωή της καλύπτεται από ένα πέπλο μυστηρίου.
Η Αγκάθα Μαίρη Κλαρίσα Μίλλερ, γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου, του 1890, στο Τόρμπει, του Ηνωμένου Βασιλείου, σε μία μεγαλοαστική οικογένεια, αρκετά συντηρητική, που δεν της επέτρεψε να δεχθεί κάποιου είδους σχολική εκπαίδευση στα πρώτα χρόνια της ζωής της. Τελικά η Αγκάθα, που έμαθε μόνη της να διαβάζει στα 4 της, κατάφερε και πέρασε τις πόρτες ενός εκπαιδευτικού ιδρύματος, στα 15 της. Βέβαια από μικρή ασχολήθηκε με τη μουσική, έναν δρόμο που μάλλον ήθελε να ακολουθήσει και επαγγελματικά. Εγκατέλειψε την ιδέα γιατί δεν της άρεσε ιδιαίτερα η έκθεση σε μεγάλο κοινό και προτιμούσε μια πιο ιδιωτική και ήπιων τόνων ζωή.
Εκείνη και η αδελφή της άρχισαν να διαβάζουν μυθιστορήματα μετά μανίας αλλά και να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους στο γράψιμο. Και ήταν η αδερφή της που την προκάλεσε να γράψει το πρώτο της μεγάλο διήγημα, όπου για πρώτη φορά εμφανίζεται ο περίφημος ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρό. Εκείνη η πρώτη νουβέλα, «Η μυστηριώδης υπόθεση στο Στάιλς», απορρίφθηκε από έξι εκδοτικούς οίκους, μέχρι που τελικά δημοσιεύτηκε το 1920. Στην αρχή της καριέρας της, η Κρίστι προσπαθούσε να πουλήσει τις ιστορίες της σε εφημερίδες της εποχής, που συχνά της ζητούσαν διορθώσεις και αλλαγές. Σημαντικός λόγος των απορρίψεων ήταν φυσικά το φύλο της.
Η Κοινωνία ήταν ανδροκρατούμενη πόσο μάλλον στον χώρο του αστυνομικού μυθιστορήματος. Όταν όμως έγινε διάσημη, αρνιόταν πεισματικά να αλλάξει έστω κι ένα κόμμα στα έργα της. Το 1914, παντρεύτηκε για πρώτη φορά τον συνταγματάρχη Άρτσιμπαλντ Κρίστι, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη. Με τον Άρτσι η Κρίστι έκανε πολλά ταξίδια και το 1922 βρέθηκαν στη Χονολουλού, όπου έγιναν εξπέρ στο σερφ. Μάλιστα πολλοί ιστορικοί εικάζουν ότι ήταν οι πρώτοι Βρετανοί που έμαθαν πώς να δαμάζουν τα κύματα πάνω σε μια σανίδα. Πριν αρχίσει να γράφει, κατά την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου εργαζόταν ως βοηθός φαρμακοποιού και έμαθε τα πάντα για τα δηλητήρια που την ενέπνευσαν και σχεδόν στα περισσότερα έργα της έχουν κεντρική θέση. Είναι αξιοσημείωτο, πως σπάνια ένας φόνος στο σύμπαν της γίνεται με όπλα, καθώς δεν άντεχε την φυσική βία. Γι’ αυτό τόσο ο Πουαρό, όσο και η Μις Μαρμπλ ήταν φανατικοί ειρηνιστές.
«Έχω μισή ντουζίνα σημειωματάρια και κρατώ σημειώσεις τόσο με τις ιδέες που μου έρχονται, όσο και για άλλα θέματα, κάποιο δηλητήριο ή ναρκωτικό, ακόμη και ένα έξυπνο εκβιασμό που έτυχε να διαβάσω στην εφημερίδα» έλεγε, αναλύοντας τον τρόπο συγγραφής της. Πολλές φορές κατέγραφε ιστορίες που έβλεπε αυτούσιες στον ύπνο της. Αν και ο Ηρακλής Πουαρό είναι ένας ήρωας που εκείνη δημιούργησε, την εικόνα του την εμπνεύστηκε από έναν άνδρα που είχε δει μια φορά στο λεωφορείο. Η δημοτικότητα του εκκεντρικού και κομψού Βέλγου ήταν τόση, που όταν η Κρίστι αποφάσισε να τον σκοτώσει στο έργο της ”Αυλαία”, γιατί όπως είχε παραδεχτεί δεν τον συμπαθούσε ιδιαιτέρως, οι θαυμαστές της δυσανασχέτησαν. Όταν τελικά ο Πουαρό «πέθανε» το 1975, οι «Νew York times» τον ανέφεραν στη στήλη με τις νεκρολογίες.
Το δεύτερο βιβλίο της («Η Δολοφονία του Ρότζερ Ακρόυντ») που κυκλοφόρησε το 1926, βρέθηκε στην κορυφή του πίνακα πωλήσεων. Εκείνη όμως αρνιόταν πεισματικά να βάλει μια φωτογραφία της στο πίσω μέρος του βιβλίου όπως συνήθιζαν οι συγγραφείς, καθώς ήθελε να αποφύγει τη δημοσιότητα. Παρόλα αυτά της άρεσε να βγάζει φωτογραφίες από τα ταξίδια της. Είχε το ανήσυχο πνεύμα ενός εξερευνητή και αποθανάτιζε τα πάντα. Το 1926, στις 3 Δεκεμβρίου συγκεκριμένα, ο Άρτσι της ζήτησε διαζύγιο, δηλώνοντας ερωτευμένος με μια οικογενειακή τους φίλη. Επιπροσθέτως, η μητέρα της πέθανε.
Αυτά τα δύο γεγονότα επηρέασαν ψυχολογικά την Κρίστι, η οποία εξαφανίστηκε για έντεκα μέρες. Το αίνιγμα των ημερών αυτών ακόμα γοητεύει τους λάτρεις των βιβλίων της. To 2020 κυκλοφόρησε η ταινία “Agatha and the Truth of Murder”, που λαμβάνει χώρα ακριβώς αυτήν την περίοδο. Κανείς ποτέ δεν έμαθε πού βρισκόταν και τί έκανε. Πλήθος θαυμαστών της συμμετείχαν εθελοντικά στις έρευνες για την ανεύρεσή της. Στην υπόθεση εμπλέκονται έως και συγγραφείς μυστηρίου.
Ο Άρθουρ Κόναν Ντόιλ για παράδειγμα, έδωσε ένα γάντι της σε μέντιουμ, το οποίο «είδε» ότι η Αγκάθα ζούσε και ότι θα επέστρεφε την επόμενη εβδομάδα. Όλο αυτό το διάστημα, οι εφημερίδες καταδίκαζαν τον σύζυγό της ή δημοσίευαν φωτογραφίες κάνοντας υποθέσεις για το πόσο μπορεί να έχει μεταμφιεστεί, να έχει αλλάξει την εμφάνισή της. Άλλοι έλεγαν ότι είχε δεσμό με μια γυναίκα, άλλοι ότι απλώς έκλεψε λίγο χρόνο για τον εαυτό της κι επισκέφτηκε ένα σπα για να ξεκουραστεί, ενώ η οικογένειά της θεωρούσε ότι είχε πάθει κάποιο είδος αμνησιακού επεισοδίου. Εκείνη όμως μέχρι τέλους δεν αποκάλυψε ποτέ σε κανέναν τι συνέβη τότε.
Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που πρόδωσε τον όρκο που είχε δώσει στο «London Detection Club», σύμφωνα με τον οποίο δεν μπορούσε να μην αποκαλύψει ζωτικά στοιχεία κάποιας υπόθεσης στους αναγνώστες. Μάλιστα στη συγκεκριμένη λέσχη υπήρξε και πρόεδρος, όμως ποτέ δεν έδωσε καμιά ομιλία, όπως είχε η ίδια απαιτήσει.
Το 1930 παντρεύτηκε έναν αρχαιολόγο, τον σερ Μαξ Μάλοουαν, τον οποίο συνόδευε στις αποστολές του στη Μέση Ανατολή, όπου κι εξελίχθηκαν πολλά από τα μυθιστορήματά της. Εκεί δημιουργήθηκε και η Μις Μαρπλ, μία από τις πιο αγαπημένες της ηρωίδες. Η Κρίστι άλλωστε λάτρευε την αρχαιολογία και συχνά βοηθούσε στις ανασκαφές. Η Αγκάθα όμως, δεν έγραψε μόνο αστυνομικά, αλλά και έξι ρομαντικές νουβέλες με το ψευδώνυμο Μαίρη Γουέστμακοτ. Μαίρη άλλωστε ήταν το μεσαίο της όνομα, ενώ το Γουέστμακοτ ήταν το επίθετο που είχαν κάποιοι συγγενείς της.
Μετά από τον Β’ Παγκόσμιο και εξαιτίας του βιβλίου, «Ν ή Μ» που αναφέρεται σε δυο Βρετανούς πράκτορες, το ζεύγος Τόμμυ και Τούπενς Μπέρεσφορντ, την ανέκριναν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας, ως πιθανή κατάσκοπο. Στις δεκαετίες του ‘50 και του ’60, άρχισε να ασχολείται και με τη συγγραφή θεατρικών έργων.
Η «Ποντικοπαγίδα» μάλιστα, είναι το θεατρικό με τις περισσότερες παραστάσεις στη Βρετανία που παίζεται ανελλιπώς από το 1952 μέχρι σήμερα. Με αυτό κέρδισε το προσωνύμιο «Βασίλισσα του Εγκλήματος», ενώ τη δεκαετία του ΄70 της απονεμήθηκε και ο τίτλος της Dame από την ίδια τη Βασίλισσα. Τα τελευταία χρόνια περνούσε τον καιρό της μαζί με στους αγαπημένους της και η τελευταία της δημόσια εμφάνιση έγινε το 1974, στην κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου «Έγκλημα στο Όριεντ Εξπρές» με πρωταγωνίστριες τις Μπακώλ, Μπέργκμαν και Ρεντγκρέιβ. Αν και σε γενικές γραμμές η ταινία της άρεσε, παραπονέθηκε επειδή το μουστάκι του Ηρακλή Πουαρό δεν ήταν τόσο «πλούσιο», όσο το φανταζόταν.
Πέθανε από φυσικά αίτια στις 12 Ιανουαρίου του 1976, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Πουαρό αλλά και της κυρίας Μαρπλ, αφήνοντας μια τεράστια κληρονομιά στην αστυνομική λογοτεχνία. Συνολικά, η Αγκάθα Κρίστι έγραψε περίπου 80 μυθιστορήματα, 30 συλλογές διηγημάτων και 15 θεατρικά έργα και έχει πουλήσει περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως, γεγονός που της έδωσε και μια θέση στο Βιβλίο Γκίνες, ως τη συγγραφέα με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών. Τελευταίο έργο της είναι το ”Η πύλη του πεπρωμένου΄΄.
Το βράδυ που «έφυγε» όλα τα θέατρα του West End άναψαν προς τιμή της τα φώτα τους.
Βιβλία της Κρίστι έχουν μεταφερθεί πολλές φορές στο σινεμά αλλά και στην μικρή οθόνη κυρίως από το BBC.
Written by: DreamCity
dreamcity radio Αγκάθα Κρίστι Ε2
Playlist by Vasilis Arvanitis
12:00 - 18:00
18:00 - 22:00
Presented by George Tsekos
22:00 - 00:00
COPYRIGHT (C) 2024 DREAMCITY RADIO